Συνάντηση εργασίας με τη Γενική Πρόξενο Μόσχας
Συνάντηση εργασίας με τη Γενική Πρόξενο Μόσχας, κ. Ελένη Μιχαλοπούλου στο γραφείο της είχαν ο Αντιδήμαρχος Τουρισμού και Απασχόλησης, κ. Ευθύμης Μουντράκης και ο ειδικός σύμβουλος σε θέματα Τουρισμού, κ. Μηνάς Λιαπάκης στο πλαίσιο της επίσκεψής τους στην τουριστική έκθεση στη Μόσχα (ΜΙΤΤ 2015).
Η Γενική Πρόξενος ενημερώθηκε διεξοδικά από τους εκπροσώπους του Δήμου για την ιδιαίτερη σχέση της Κρήτης και ειδικότερα της Χερσονήσου με τη ρωσική τουριστική αγορά. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα στοιχεία που αφορούν στα μεγέθη κλινών, διανυκτερεύσεων, οικονομικής δυνατότητας και κατανάλωσης των Ρώσων επισκεπτών, τα οποία αποδεικνύουν την οικονομική «εξάρτηση» του επιχειρηματικού κόσμου της Κρήτης και ειδικότερα του Ηρακλείου και του Δήμου Χερσονήσου από τη ρωσική αγορά τα τελευταία χρόνια.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο αντιδήμαρχος, κ. Μουντράκης: «Ξενοδοχεία, εστιατόρια, εμπορικά καταστήματα, πρακτορεία εκδρομών και γενικότερα ο επιχειρηματικός κόσμος έχει πλέον «προσαρμοστεί» στις ανάγκες του Ρώσου επισκέπτη. Οποιαδήποτε λοιπόν μείωση, ακόμα και της τάξης του 20 με 30% στην καλύτερη περίπτωση, θα έχει τεράστιο αντίκτυπο σε τουριστικές και εμπορικές επιχειρήσεις.»
Με δεδομένα τα παραπάνω επισημάνθηκε η αναγκαιότητα απλούστευσης και επιτάχυνσης των διαδικασιών για την έκδοση βίζας και του συντονισμού του κρατικού μηχανισμού σε αυτό το στόχο, «ώστε να προλάβουμε τη σεζόν του 2015 και να αποτρέψουμε την προοπτική οι εν δυνάμει επισκέπτες μας να επιλέξουν τελικά ανταγωνιστικούς προορισμούς. Σύμφωνα με πληροφορίες η Βουλγαρία θα δίνει βίζες στα σύνορα, γνωρίζουμε ότι στην Τουρκία μπορούν και εισέρχονται με απλή ταυτότητα, ακούμε ότι στην Αίγυπτο φέτος θα δέχονται και το ρωσικό ρούβλι στις συναλλαγές τους, ότι η Ισπανία εξετάζει το ενδεχόμενο της εθνικής βίζας, γνωρίζουμε ότι για την Κύπρο και την Ιταλία (χώρα Σένγκεν) μπορούν και παίρνουν βίζα μέσω Ίντερνετ κλπ» επεσήμανε ο κ. Μουντράκης.
Στη συνέχεια, η κ. Μιχαλοπούλου ενημέρωσε τους εκπροσώπους του Δήμου Χερσονήσου για τη λειτουργία και τις δράσεις του γενικού προξενείου, διαβεβαιώνοντάς τους για τη στήριξή της, καθώς αντιλαμβάνεται πλήρως τη σπουδαιότητα των παραπάνω ζητημάτων και την αναγκαιότητα επίλυσής τους.